Παρασκευή 17 Μαΐου 2024

Ανέκαθεν είχα την άποψη ότι οι αγορές στις γειτονιές των πόλεων, καθώς και οι τοπικές αγορές στις μικρότερες περιοχές, αποτελούν μια σημαντικότατη προϋπόθεση που καλλιεργεί τη ζωή, την κίνηση, την ασφάλεια, την όμορφη διάθεση.

Την ίδια άποψη βέβαια έχουν κι άλλοι συνάνθρωποι (δεν διεκδικώ τη μοναδικότητα). Γενικά, είμαστε όλοι εμείς οι οποίοι βρίσκουμε πολύ ενδιαφέρουσα την καλημέρα, τη χαιρετούρα όπως λέμε, την κουβέντα για διάφορα θέματα, όλα όσα περικλείονται στη φράση «διαπροσωπικές – ανθρώπινες σχέσεις».

Το παρόν κείμενό μου αφορά στην κατιούσα πορεία που φαίνεται να έχει η αγορά της αγαπημένης γενέτειρας. Το έναυσμα για αυτή την αναφορά, δόθηκε από ανάρτηση που δημοσίευσε στο face book πριν από περίπου έναν μήνα, μια πολύ καλή επαγγελματίας, η Δήμητρα.
Η αγορά και η πλατεία μοιάζουν νεκροί τόποι, κυρίως μετά την παρέλευση της θερινής εποχής. Η Ανδραβίδα είναι μια πολύ όμορφη κωμόπολη, με εξαιρετικό αρχιτεκτονικό σχέδιο, με όμορφα σπίτια και κήπους. Έχει το προνόμιο του κεντρικού δρόμου, που είναι η αγορά , από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Φυσικά υπάρχουν κι άλλες μικρές επιχειρήσεις στους τριγύρω και σε άλλους δρόμους. Επίσης έχει τη μεγάλη άνεση μιας πλατείας μπροστά σε αρχαιολογικό χώρο!
Ενώ λοιπόν, ρυμοτομικά είναι όλα πανέμορφα και δίχως να υστερούν σε κάτι, έρχεται η απουσία της ανθρώπινης ύπαρξης, να φέρνει τον αργό θάνατο σιγά σιγά, στον τομέα της αγοράς και των καταστημάτων της πλατείας.
Όλα τα χρόνια που πηγαίνω στη γενέτειρα και σχεδόν κάθε φορά, συζητάω με φίλους και γνωστούς γι’ αυτό το ζήτημα. Πολλοί εκφράζουν παράπονα για τα καταστήματα της πλατείας σχετικά με την εξυπηρέτηση και με το γεγονός ότι δεν διαπιστώνουν κάποια βελτίωση, κάτι το διαφορετικό που να ελκύει το πλήθος. Δεν τους κατακρίνω, διότι δεν είναι αβάσιμα. Προσωπικά και με την οικογένειά μου, έχοντας ως μέτρο σύγκρισης καταστήματα του εξωτερικού αλλά και όλης της Ελλάδας, μπορώ να πω ότι υπάρχουν ελλείψεις. Σε κάποιες περιπτώσεις, υπάρχει έπαρση με ελαφρώς αλαζονική συμπεριφορά..εκεί λιγάκι δυσκολεύει το θέμα. Παραθέτω ελάχιστα παραδείγματα απ΄ όσα έχω ακούσει – έχω διαπιστώσει, όπως ..είναι δύσκολο να ξαναπάω τον χειμώνα σε καφέ, που οι καπνιστές καπνίζουν μέσα, αντίθετα με τη νομοθεσία. Δεν θα το κάνω επίτηδες, αλλά γιατί με ενοχλεί το τσιγάρο.
Είναι δύσκολο να φιλοξενώ κόσμο από άλλα μέρη και το μπουκαλάκι το νερό να έρχεται δίχως ποτήρι.
Επίσης στην άξεστη συμπεριφορά του επιχειρηματία στο χωριό, μοιραίως θα κάνω σύγκριση με τον γνωστό επιχειρηματία στην πόλη, που η ευγένεια και η εκτίμηση προς τον πελάτη είναι περισσή.
Ακόμη δεν είναι και τόσο όμορφο να μην υπάρχει στους εργαζόμενους κάποιο χαρακτηριστικό στην ενδυμασία της εργασίας.
Όμως, έχω συνειδητοποιήσει ότι όλοι είμαστε περαστικοί από εδώ και δεν αξίζει να φορτωνόμαστε καθόλου με αρνητισμό ή να αναλωνόμαστε για τα μάταια. Έτσι, με αυτή τη φιλοσοφία για τη ζωή και με την στενόχωρη ιδέα της νέκρωσης του τόπου, παραβλέπουμε θέματα που δεν είναι τόσο πολύ σοβαρά. Τον καφέ στην πλατεία μας, με τα παιχνίδια του ουρανού κατάματα, την Αγιά Σοφιά, τις αναμνήσεις από τον υπέροχο κινηματογράφο που είχαμε (το κτίριο υπάρχει βέβαια), τον χαιρετισμό με φίλους και γνωστούς, τον θεωρώ από τις ωραιότερες στιγμές. Ακόμη και τα πρόσωπα που δεν μου μιλάνε (μετρημένα στα δάκτυλα του ενός χεριού, αλλά συνηθίζεται στα μικρά μέρη), όταν περνούν μου αφήνουν μια καλή αύρα διότι έχω μάθει να κρατώ μόνο τα καλά απ’ τον κάθε άνθρωπο. Με βεβαιότητα αναφέρω, ότι περιμέναμε πως και πως το καλοκαίρι να πάμε στην πλατεία για σουβλάκι, μετά από αρνητικότατη εμπειρία σε κάποιο γνωστό νησί των Κυκλάδων. Μ’ αυτό θέλω να δώσω το μήνυμα, ότι δεν είναι παντού όλα τέλεια, αλλά στην Ανδραβίδα όλα χάλια. Σ’ αυτό το σημείο, αναφέρω ότι πιστεύω στην προσπάθεια κι από τις δυο πλευρές για βελτίωση, των επιχειρηματιών και του κοινού – πελατών. Δυστυχώς όμως, όταν έχουμε κάτι δεν το εκτιμούμε. Πόσο εύκολο είναι για τους περισσότερους που ζουν στις μεγαλουπόλεις, να έχουν τη δυνατότητα δίχως συγκοινωνίες και στρες να συναντήσουν τους φίλους τους ή να πάνε με την οικογένειά τους για αλλαγή στην καθημερινότητα σε μια πλατεία ή σε μια γειτονιά; Ας εκτιμήσει αυτή την υπέροχη δυνατότητα, η τοπική κοινωνία!
Αντίστοιχα να εκτιμήσουν οι επιχειρηματίες ότι η ευγένεια, η περιποίηση, μια μικρή ανανέωση στον χώρο τους, αξίζουν στους συμπολίτες τους διότι αυτοί είναι συνεχώς κοντά τους.
Την αγορά τη θυμάμαι από παιδί, να έχει κόσμο, να κυκλοφορούν οι άνθρωποι για να προμηθευτούν τα απαραίτητα ή για βόλτα. Η παλιά γενιά στήριζε τον τόπο γι’ αυτό και κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα η πόλη μας, άνθιζε. Γράφει ο Νάκος Αργυρόπουλος στο βιβλίο του «Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΝΔΡΑΒΙΔΑΣ κατά τον Μεσαίωνα και τα νεώτερα χρόνια» (Εκδ. ελεύθερη σκέψις – 1999):
Yπήρχαν τα παλιά μπακάλικα, εμποροραφεία, υποδηματοποιεία ρεμεσέρικα, μικρά σιδηρουργεία, καταστήματα γυναικείων ειδών και οικογενειακών αναγκών. Υπήρχε φαρμακείο με ιδιαίτερη βαρύτητα διότι ήταν ο τόπος συνάντησης των μορφωμένων του τόπου.
Θα συμπληρώσω ότι υπήρχαν οι γραφικές ταβέρνες, με το νόστιμα μεζεδάκια και το υπέροχο βαρελίσιο κρασί από τα αμπέλια του τόπου (το αναφέρει σε άλλο σημείο), φυσικά και καφενεία, καθώς και ο μύλος, οι φούρνοι καλ.
Στο ίδιο βιβλίο αναφέρεται ότι «στα τέσσερα περίπου καφενεία που περνούσαν τις ώρες τους αρκετοί πολίτες, έρχονταν και από τα γύρω χωριά να πιούν τον καφέ τους και να συζητήσουν με τους ντόπιους. Την Κυριακή και γιορτές άνδρες και γυναίκες, έκαναν την καθιερωμένη βόλτα στον σιδηροδρομικό σταθμό.
Σίγουρα, δεν ήταν πλούσιοι οι άνθρωποι, ήταν όμως κοινωνικοί και αγαπούσαν αληθινά τον τόπο τους, γι’ αυτό και πολιτιστικά ήταν σε υψηλό επίπεδο. Παρεκκλίνοντας για λίγο.. εκτός από την ενασχόληση με τα άλογα, υπήρχε μεγάλος Μορφωτικός Σύλλογος « η Αναγέννησις», που αποτελούσε παράδειγμα προς μίμηση σε όλο τον Νομό, γίνονταν θεατρικές παραστάσεις, χοροεσπερίδες, κάποιοι άλλοι και Μαντολινάτα είχαν οργανώσει, ξεκίνησα επίσημα η ενασχόληση με τον αθλητισμό.
Η αγορά και σήμερα είναι πολύ αξιόλογη (και τα μαγαζιά στους γύρω δρόμους), με καταστήματα γεμάτα γούστο και φινέτσα. Κυριολεκτικά με πολύ δυσκολία τα διατηρούν οι περισσότεροι επαγγελματίες, αν σκεφτεί κανείς τη μάστιγα που έφερε ο ιός, η οποία κορυφώνεται με την απουσία αγοραστικού κοινού. Για ποιον λόγο να στηρίζεις τις μεγάλες πόλεις ή το απρόσωπο κι ανασφαλές του διαδικτύου;
Με αγάπη περιμένω τα ταξίδια μου στη γενέτειρα και την εποικοδομητική βόλτα στην αγορά μας. Παίρνω πολύ μεγάλη χαρά, από το χαμόγελο για την κουβεντούλα. Σαφώς , κάποια στιγμή όλοι μας θα πάμε σε πολυκαταστήματα ή γενικότερα στις μεγάλες πόλεις, αρκεί να μη γίνεται συνεχώς. Οι άνθρωποι που συναντάμε καθημερινά ή αυτοί που θα μας εξυπηρετήσουν στην ανάγκη, είναι οι συγχωριανοί μας. Ας μην τον ξεχνάμε, παρασυρόμενοι από την κάκιστη νοοτροπία της εποχής της παγκοσμιοποίησης, την εποχή της αποξένωσης.
Είναι μακριά από την υγιή κοινωνικότητα και τις αγαστές ανθρώπινες σχέσεις, το σκεπτικό της μη στήριξης της τοπικής αγοράς. Αν υπάρχουν μαγαζιά, υπάρχει κίνηση κι ο τόπος δεν ερημώνει. Αν βγαίνουμε να περπατήσουμε στην αγορά, στην πλατεία και γιατί όχι στις τόσο όμορφες γειτονιές, υπάρχει ασφάλεια και περιορίζεται έτσι η παραβατικότητα.
Ειλικρινά είναι αδικαιολόγητη η συμπεριφορά του πλήθους, που βλέπει τον τόπο του να σβήνει και αντί να ωθήσει προς τα πάνω με απλά βήματα, δίχως καμιά σπουδαία επιβάρυνση, στέκεται σαν θεατής.
Δεν αξίζει στον τόπο μας αυτό το κακό, δεν αξίζει στους προγόνους που με φτώχεια όπως προανέφερα, διατηρούσαν ένα υψηλό επίπεδο εμπορικότητας και πολιτισμού.
Γιατί να είναι κακό να περπατήσεις στο χωριό;Kακό είναι να στέκεσαι μέσα και να κατακρίνεις τους πάντες.
Γιατί να είναι υποτιμητικό να ψωνίσεις από τις μικρές τοπικές επιχειρήσεις; Υποτιμητικό για τον εαυτό μας πρώτα απ’ όλα είναι, να απαξιώνουμε τις ανθρώπινες σχέσεις με τους συμπολίτες μας και να παινευόμαστε στο διαδίκτυο κρατώντας τις τσάντες από άλλες πόλεις.
Αυτονόητο ότι και οι επιχειρηματίες επισκέπτονται, άλλες πόλεις και καταστήματα, αυτονόητη η ποικιλία εικόνων και ειδών. Όμως η προτεραιότητα πρέπει να είναι ο τόπος μας.
Νομίζω ότι απαιτείται η αλλαγή της νοοτροπίας, η οποία καθοδηγεί σε λανθασμένες ατραπούς. Δεν είναι δύσκολο, αρκεί να σκεφτούμε με ωριμότητα, με ανοιχτούς ορίζοντες βλέποντας τα πλεονεκτήματα της όμορφης Ανδραβίδας.
Αρκεί να συνειδητοποιήσουμε ότι κάθε μαγαζί που κλείνει είναι ένα σκαλοπάτι προς την υποβάθμιση και την ερημοποίηση, του τόπου, άρα της ίδιας μας της ζωής.
Ας δώσουμε όλοι μια ευκαιρία να δείξουμε ότι ξεπερνάμε το φαίνεσθαι του ψευδούς γοήτρου των αγορών από άλλα μέρη!
Η καλύτερη ευκαιρία είναι τώρα, διότι ότι αφήνουμε για μετά..μπορεί να είναι χαμένο.

Με σεβασμό και αγάπη
Σοφία Δ. Αγραπίδη
Στρκος Σ.Ξ ε.α, Συγγραφέας

Pin It